Οι διπλωματικές «παλινωδίες» της Αγκυρας με φόντο Συρία και Κουρδικό
Η στάση που τηρεί ο Ερντογάν σε μια σειρά από θέματα εξωτερικής πολιτικής της χώρας του και ειδικά η στάση και η συμπεριφορά του απέναντι σε ΗΠΑ και Ρωσία είναι άξια ενδιαφέροντος και μελέτης.
Από την αρχή της κρίσης στη Συρία ο Ερντογάν τήρησε όχι απλά φιλοαμερικανική στάση, αλλά ήταν βασιλικότερος του βασιλέως στο εγχείρημα ανατροπής του Ασαντ.
Οταν, επί Ομπάμα, αντιλήφθηκε ότι η πολιτική των ΗΠΑ στη Συρία, που στήριζε αναφανδόν ο ίδιος, οδηγεί τα πράγματα στην ομοσπονδοποίηση της χώρας αυτής, που σπαράσσεται από εμφύλιο επί έξι χρόνια, μια εξέλιξη που θα έχει ως αποτέλεσμα την παραχώρηση αυτονομίας και τη δημιουργία συνταγματικά κατοχυρωμένου ομόσπονδου κουρδικού κράτους, προσπάθησε να την ανατρέψει.
Οταν διαπίστωσε ότι η κυβέρνηση Ομπάμα είναι αμετάπειστη, στράφηκε στον Πούτιν και στη Ρωσία, τον Ιούλιο του 2016, με την οποία έως τότε ήταν στα… μαχαίρια, λόγω της κατάρριψης του ρωσικού SU-24 από τουρκικά F-16, την οποία είχε διατάξει ο ίδιος μόλις οκτώ μήνες πριν, στις 24 Νοεμβρίου του 2015.
Ενώ παρέμεινε στραμμένος στη Ρωσία, είχε μονίμως το ένα μάτι του στην Ουάσινγκτον, τηρώντας καιροσκοπική στάση στο θέμα των εκλογών για την ανάδειξη νέου προέδρου των ΗΠΑ.
Οταν εξελέγη ο Τραμπ, εναπόθεσε όλες τις ελπίδες του στον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ, περιμένοντας απ’ αυτόν να ανατρέψει την πολιτική του προκατόχου του στη Συρία και να άρει τη στήριξη που παρέχουν οι ΗΠΑ στους Κούρδους. Μάλιστα, πρότεινε να ανατεθεί η επιχείρηση απελευθέρωσης της Ράκα στον τουρκικό στρατό, με ταυτόχρονο αποκλεισμό των Κούρδων.
Για να εξευμενίσει δε τον Τραμπ, πέραν των δεκάδων θετικών γι’ αυτόν δημοσιευμάτων από τα εξαπτέρυγά του στον τουρκικό Τύπο, έβαλε ευθέως εναντίον του Ομπάμα, προσβάλλοντάς τον βάναυσα, αφού τον κατηγόρησε ότι τον εξαπάτησε στο θέμα των Κούρδων.
Μάλλον δεν του είπε κανείς σύμβουλός του ότι ο Τραμπ δικαιούται να στρέφεται εναντίον, ακόμα και να προσβάλλει τον προκάτοχό του, όταν όμως το κάνει ο ηγέτης μιας ξένης χώρας, αυτό συνιστά προσβολή των ΗΠΑ και όχι του Ομπάμα.
Στη συνέχεια, όταν ο Τραμπ αποφάσισε τον βομβαρδισμό της Συρίας με πυραύλους Τόμαχοκ, ο Ερντογάν έσπευσε όχι απλά να συνταχθεί, αλλά να υπερθεματίσει για να εξευμενίσει τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ, αδιαφορώντας για τη δυσφορία που προκάλεσε η στάση αυτή στη Μόσχα και στον Πούτιν.
Προφανώς ο Ερντογάν, όπως πολλοί άλλοι, εξέλαβε την κίνηση αυτή του Τραμπ ως δείγμα συνολικής ανατροπής της πολιτικής των ΗΠΑ στη Συρία και έσπευσε να υπερθεματίσει.
Οταν όμως τις επόμενες ημέρες, και ειδικά μετά τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας στις 25 Απριλίου σε κουρδικούς στόχους στα βόρεια του Ιράκ και της Συρίας, ο τουρκικός στρατός ήλθε αντιμέτωπος με τον αμερικανικό, στα σύνορα με τη Συρία, ενώ είχαν προηγηθεί σκληρές ανακοινώσεις από πλευράς ΗΠΑ, ο Ερντογάν κατάλαβε ότι ο Τραμπ ίσως να είναι πιο σκληρός από τον Ομπάμα απέναντι στην Τουρκία στο θέμα των Κούρδων της Συρίας.
Και τότε ο Ερντογάν ξαναστράφηκε προς τη Ρωσία, όπως είδαμε στην πρόσφατη συνάντηση που είχε με τον Πούτιν στο Σότσι.
Αυτές είναι σε γενικές γραμμές οι παλινωδίες Ερντογάν, η κίνηση του εκκρεμούς ανάμεσα σε Ουάσινγκτον και Μόσχα, τα τελευταία χρόνια.
Να σημειώσουμε ότι η «πολιτική του εκκρεμούς» είναι μία ευφυής πολιτική, που είναι αναγκασμένα να τηρούν τα κράτη τα οποία βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος μεγάλων δυνάμεων, ιδιαίτερα όταν δεν μπορούν αντικειμενικά να ταχθούν ολοκληρωτικά με τη μία από τις δύο.
Από την αρχή της κρίσης στη Συρία ο Ερντογάν τήρησε όχι απλά φιλοαμερικανική στάση, αλλά ήταν βασιλικότερος του βασιλέως στο εγχείρημα ανατροπής του Ασαντ.
Οταν, επί Ομπάμα, αντιλήφθηκε ότι η πολιτική των ΗΠΑ στη Συρία, που στήριζε αναφανδόν ο ίδιος, οδηγεί τα πράγματα στην ομοσπονδοποίηση της χώρας αυτής, που σπαράσσεται από εμφύλιο επί έξι χρόνια, μια εξέλιξη που θα έχει ως αποτέλεσμα την παραχώρηση αυτονομίας και τη δημιουργία συνταγματικά κατοχυρωμένου ομόσπονδου κουρδικού κράτους, προσπάθησε να την ανατρέψει.
Οταν διαπίστωσε ότι η κυβέρνηση Ομπάμα είναι αμετάπειστη, στράφηκε στον Πούτιν και στη Ρωσία, τον Ιούλιο του 2016, με την οποία έως τότε ήταν στα… μαχαίρια, λόγω της κατάρριψης του ρωσικού SU-24 από τουρκικά F-16, την οποία είχε διατάξει ο ίδιος μόλις οκτώ μήνες πριν, στις 24 Νοεμβρίου του 2015.
Ενώ παρέμεινε στραμμένος στη Ρωσία, είχε μονίμως το ένα μάτι του στην Ουάσινγκτον, τηρώντας καιροσκοπική στάση στο θέμα των εκλογών για την ανάδειξη νέου προέδρου των ΗΠΑ.
Οταν εξελέγη ο Τραμπ, εναπόθεσε όλες τις ελπίδες του στον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ, περιμένοντας απ’ αυτόν να ανατρέψει την πολιτική του προκατόχου του στη Συρία και να άρει τη στήριξη που παρέχουν οι ΗΠΑ στους Κούρδους. Μάλιστα, πρότεινε να ανατεθεί η επιχείρηση απελευθέρωσης της Ράκα στον τουρκικό στρατό, με ταυτόχρονο αποκλεισμό των Κούρδων.
Για να εξευμενίσει δε τον Τραμπ, πέραν των δεκάδων θετικών γι’ αυτόν δημοσιευμάτων από τα εξαπτέρυγά του στον τουρκικό Τύπο, έβαλε ευθέως εναντίον του Ομπάμα, προσβάλλοντάς τον βάναυσα, αφού τον κατηγόρησε ότι τον εξαπάτησε στο θέμα των Κούρδων.
Μάλλον δεν του είπε κανείς σύμβουλός του ότι ο Τραμπ δικαιούται να στρέφεται εναντίον, ακόμα και να προσβάλλει τον προκάτοχό του, όταν όμως το κάνει ο ηγέτης μιας ξένης χώρας, αυτό συνιστά προσβολή των ΗΠΑ και όχι του Ομπάμα.
Στη συνέχεια, όταν ο Τραμπ αποφάσισε τον βομβαρδισμό της Συρίας με πυραύλους Τόμαχοκ, ο Ερντογάν έσπευσε όχι απλά να συνταχθεί, αλλά να υπερθεματίσει για να εξευμενίσει τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ, αδιαφορώντας για τη δυσφορία που προκάλεσε η στάση αυτή στη Μόσχα και στον Πούτιν.
Προφανώς ο Ερντογάν, όπως πολλοί άλλοι, εξέλαβε την κίνηση αυτή του Τραμπ ως δείγμα συνολικής ανατροπής της πολιτικής των ΗΠΑ στη Συρία και έσπευσε να υπερθεματίσει.
Οταν όμως τις επόμενες ημέρες, και ειδικά μετά τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας στις 25 Απριλίου σε κουρδικούς στόχους στα βόρεια του Ιράκ και της Συρίας, ο τουρκικός στρατός ήλθε αντιμέτωπος με τον αμερικανικό, στα σύνορα με τη Συρία, ενώ είχαν προηγηθεί σκληρές ανακοινώσεις από πλευράς ΗΠΑ, ο Ερντογάν κατάλαβε ότι ο Τραμπ ίσως να είναι πιο σκληρός από τον Ομπάμα απέναντι στην Τουρκία στο θέμα των Κούρδων της Συρίας.
Και τότε ο Ερντογάν ξαναστράφηκε προς τη Ρωσία, όπως είδαμε στην πρόσφατη συνάντηση που είχε με τον Πούτιν στο Σότσι.
Αυτές είναι σε γενικές γραμμές οι παλινωδίες Ερντογάν, η κίνηση του εκκρεμούς ανάμεσα σε Ουάσινγκτον και Μόσχα, τα τελευταία χρόνια.
Να σημειώσουμε ότι η «πολιτική του εκκρεμούς» είναι μία ευφυής πολιτική, που είναι αναγκασμένα να τηρούν τα κράτη τα οποία βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος μεγάλων δυνάμεων, ιδιαίτερα όταν δεν μπορούν αντικειμενικά να ταχθούν ολοκληρωτικά με τη μία από τις δύο.
Αυτό είναι ένα δόγμα που, κατά την άποψή μας, θα πρέπει να υιοθετήσει και η Ελλάδα στην εξωτερική πολιτική της. Ομως δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η πολιτική αυτή προϋποθέτει μέτρο και ιδιαίτερη επιδεξιότητα, γιατί ειδικά εμείς οι Ελληνες γνωρίζουμε ότι οι μεγάλες δυνάμεις δεν αστειεύονται!
Γιατί όταν το κάνεις αλά τούρκα, όπως δηλαδή το κάνει ο Ερντογάν τα τελευταία χρόνια, τότε, αντί για πολλαπλασιασμός, μπορεί να σου βγει διαίρεση…
Θα περιμένουμε τη συνάντηση Τραμπ - Ερντογάν τις επόμενες ημέρες και θα επανέλθουμε.
Γιατί όταν το κάνεις αλά τούρκα, όπως δηλαδή το κάνει ο Ερντογάν τα τελευταία χρόνια, τότε, αντί για πολλαπλασιασμός, μπορεί να σου βγει διαίρεση…
Θα περιμένουμε τη συνάντηση Τραμπ - Ερντογάν τις επόμενες ημέρες και θα επανέλθουμε.
Σάββας Καλεντερίδης
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου